
Полная версия
Ιστορία των Εθνικών Δανείων
Αλλ' όμως η βραδύτης αύτη υπήρξεν υπό πολλάς επόψεις ευτυχής. Πρώτον το έδαφος είχε προπαρασκευασθή καταλλήλως υπό του Blaquière, όστις δια του Report of the present state of the Greek federation, υποβληθέντος τη 23η Σεπτεμβρίου εις το Greek Committee, είχε ζωγραφήση δια ροδίνων χρωμάτων τα εν Ελλάδι και διαθέση λίαν ευνοϊκώς την κοινήν γνώμην. Δεύτερον η Αγγλία διήρχετο τότε ένα εκ των κερδοσκοπικών εκείνων πυρετών, οίτινες περιοδικώς αναφαινόμενοι ωθούσι τον κόσμον του Άστεως εις τας μάλλον επισφαλείς επιχειρήσεις (26).
Η κερδοσκοπική περίοδος, ήτις ήρξατο αναπτυσσομένη μεσούντος του l823, και ην περιεγράψαμεν αλλαχού δια μακρών (27), ιδιάζον χαρακτηριστικόν έχει την ακράτητον ροπήν προς δάνεια ξένων κρατών (28) και δη κρατών μη επισήμως ανεγνωρισμένων, οία ήσαν λ. χ. τότε η Βρασιλία, η Χιλή, η Κολομβία κτλ. Δάνειον λοιπόν συναπτόμενον υπό λαού, ου τα κατορθώματα ελάμπρυνε και απαράμιλλος προπατορική αίγλη, δεν ήτο δυνατόν ή να στεφθή υπό πλήρους επιτυχίας.
Πράγματι όχι μόνον το υπό της επισήμου Ελληνικής κυβερνήσεως συναπτόμενον δάνειον ήτο εκδεδομένον τη 21 Φεβρουαρίου, ήτοι μόλις 25 ημέρας μετά την άφιξιν των Ελλήνων πληρεξουσίων (29), αλλά και, εν μέσω του υπέρ της Ελληνικής υποθέσεως ενθουσιασμού και της κερδοσκοπικής μανίας, ευρίσκοντο εν Αγγλία, ιδιώται πρόθυμοι να συνάψωσι μετά τινων ελληνίδων επαρχιών (της Κύπρου, της Ηπείρου κτλ.), έτι και σήμερον αλυτρώτων, δάνεια πληρωτέα άμα τη απελευθερώσει αυτών.
Προς τούτοις δε σχετικώς προς την σύναψιν του επισήμου, ούτως ειπείν, δανείου επετυγχάνοντο όροι πολύ ευνοϊκώτεροι εκείνων, ους προδιέγραφον αι οδηγίαι του Μαυροκορδάτου.
Τω όντι κατά τας οδηγίας ταύτας α') το κεφάλαιον του δανείου, ορισθέν κατ' αρχήν εις τέσσαρα εκατομμύρια ταλλήρων, ηδύνατο να καταβιβασθή εις έν μόνον (30) β') διορία της αποσβέσεως ωρίζετο από δέκα μέχρις είκοσιν ετών, και γ') ο τόκος από 6 – 8%
Οι δε αντιπρόσωποι επέτυχον α') κεφάλαιον 800,000 Λ. Σ., ήτοι το αρχικώς ορισθέν κεφάλαιον β') διορίαν τριάκοντα και έξ ετών, του δανείου αποσβεννυμένου χρεωλυτικώς, διά χρεωλυσίου 1 %· γ') τόκον 5 %. Επίσης επετεύχθησαν λίαν ευνοϊκοί όροι ως προς την προμήθειαν και τα δια την αποστολήν ασφάλιστρα (31). Τέλος το δάνειον εξεδόθη προς 59 % της ονοματικής αξίας, ήτοι υφ' ους όρους περίπου προέβλεπεν η Ελληνική κυβέρνησις (32).
Ως εγγύησις εδίδοντο διά μεν την πληρωμήν των τόκων πάντα τα δημόσια έσοδα, διά δε την πληρωμήν του κεφαλαίου πάντα τα εθνικά κτήματα (33). – Εκρατούντο δ' εκ του κεφαλαίου και ποσά ικανά όπως εξασφαλισθή η πληρωμή των τόκων κατά τα δύο πρώτα έτη.
Και ταύτα μεν περί της εκδόσεως του α' εξωτερικού ημών δανείου· ίδωμεν δε νυν τα κατά την αποστολήν και εξετάσωμεν την χρήσιν των εξ αυτού προελθόντων χρημάτων.
Το δάνειον των 800,000, ούτινος την έκδοσιν είχον αναλάβη οι κ. κ. Loughman, O'brien, Ellice και Σα, εξεδόθη, ως ήδη γνωστόν, προς 59 %, το πραγματικώς άρα δανεισθέν ποσόν ανέρχεται εις 472,000 Λ. Αλλ' εκ τούτων οι εκδίδοντες τραπεζίται εκράτησαν διά τόκους δύο ετών προκαταβλητέους 80,000 Λ., διά χρεώλυτρα επίσης δύο ετών 16,000 Λ., διά προμήθειαν επί της πληρωμής των τόκων, προς 2/5 %, 3,200 Λ., ήτοι εν όλω 123,000 Λ. Τούτων αφαιρεθεισών από του πραγματικού κεφαλαίου των 472,000 εξεκαθαρίσθησαν οριστικώς 348,800 Λ.
Το ποσόν δεν ήτο ευτελές, το δε Greek committee, όπερ, αναλαβόν την ηθικήν ευθύνην του δανείου, ανέλαβε και τα της αποστολής αυτού, ήρχισε φοβούμενον μήπως δεν εκπληρωθή ο προορισμός των μετά τόσων κόπων πορισθέντων χρημάτων, και τούτο, τοσούτω μάλλον, καθ' όσον τα πάντα εν Ελλάδι ήσαν ανάστατα (34). Ωρίσθη λοιπόν όπως τα χρήματα, στελλόμενα προς τον εν Ζακύνθω Καίσαρα Λογοθέτην εντόπιον και τον εκεί άγγλον έμπορον Σ. Βαρφ, μη δίδωνται παρ' αυτών τη Ελληνική κυβερνήσει, ειμή τη συναινέσει του Βύρωνος, του συνταγματάρχου Στάνχωπ και του Λαζάρου Κουντουριώτου.
Εκ της διαταγής ταύτης επήγασαν πολλαί βραδύτητες, διότι, θανόντος εν τω μεταξύ του Βύρωνος, ούτινος απητείτο η συγκατάθεσις, εδέησε να ζητηθώσι νέαι οδηγίαι εκ Λονδίνου. Αι δε αναβολαί αύται ολίγου δειν προεκάλεσαν καταστροφήν ως εκ της επαπειλουμένης επεμβάσεως του επί των Ιονίων νήσων Άγγλου αρμοστού (35). Τέλος όμως έφθασαν νέαι οδηγίαι και παρεδόθησαν τη Ελληνική κυβερνήσει περίπου 308,000 Λ. εις μετρητά και 11,900 Λ. εις πολεμεφόδια, μεινασών εν Λονδίνω των υπολοίπων 28,100 Λ.
Δυστυχώς αι μετά τόσων περιπετειών κομισθείσαι 308,000 Λ., καθώς και σχεδόν όλα τα εκ του δευτέρου δανείου, περί ου εντός ολίγου, εκκαθαρισθέντα και εις Ελλάδα μεταβιβασθέντα, αφιερώθησαν όχι εις τον υπέρ ελευθερίας, αλλ' εις τον υπέρ ηγεμονίας και πρωτείων αγώνα, εχρησίμευσαν δε μόνον όπως περατωθώσιν οι εμφύλιοι πόλεμοι, ους αυτά ταύτα τα δάνεια κατά μέγα μέρος προεκάλεσαν (36).
Την απαισίαν ταύτην χρήσιν των Αγγλικών χρημάτων μαρτυρούσι πάντες σχεδόν οι ιστορικοί (37), περιγράφει δε μετά πλείστων λεπτομερειών και προφανούς χαιρεκακίας ο Finlay, όστις κατηγορεί τα μέλη του εκτελεστικού ως εξοδεύσαντα τα χρήματα μετ' ατιμίας και αφροσύνης, τους κυριοτέρους οπλαρχηγούς ως δωροδοκουμένους όπως επιτεθώσι κατά των συμπατριωτών αυτών, και τα μέλη του νομοθετικού ως καταναλώσαντα ουχί μικρά ποσά εν συντροφία πολυαρίθμων πολιτικών οπαδών, πομπωδώς ονομαζομένων δημοσίων υπαλλήλων.
Προς επίρρωσιν των κατηγοριών αυτού ο Finlay αφιεροί επτά ολοκλήρους σελίδας μαρτυριών (38), όταν όμως αναγκάζεται να περιγράψη την υπό Άγγλων και Αμερικανών αθλίαν χρήσιν του β' δανείου, περιορίζεται εις τρεις γραμμάς. Τον περίεργον τούτον τρόπον του ιστορείν κατακρίνει ο Γερβίνος λέγων (39):
«Ο Finlay, περιγράφων λεπτομερώς τον τρόπον καθ' ον η Ελληνική κυβέρνησις εσπατάλησε τα δάνεια, ευρίσκει μεγάλην ευχαρίστησιν επιμένων εις μακράν σειράν κατηγοριών, εξ ων ουδεμία σχεδόν είναι εσταθμισμένη μετά δικαιοσύνης, αλλ' αίτινες, και ορθαί εάν ήσαν, θα επέρριπτον επί λαού πτωχών κλεφτών, θαμβωθέντων υπό της αιφνίδιου κτήσεως πλούτου, πολύ μικροτέραν ατιμίαν εκείνης, δι' ης εκαλύφθησαν έθνη, άτινα, καταλεγόμενα μεταξύ των πλουσιωτέρων και των μάλλον πεπολιτισμένων, έκλεπτον τους κλέπτας εκείνους κατ' αυτήν την στιγμήν της αγωνίας των».
Την ορθότητα των παρατηρήσεων του Γερβίνου θα κατανοήσωμεν κάλλιον μελετώντες τα κατά το δεύτερον δάνειον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β'
Έκδοσις και Xρήσις β' δανείου
Η ευτυχής έκδοσις του πρώτου δανείου και η αυξομένη διά την Ελλάδα ανάγκη εκτάκτων πόρων έπεισαν τους πληρεξουσίους ότι ηδύνατο να εκδοθή εν Ευρώπη και δεύτερον δάνειον μεγαλείτερον του πρώτου. Την ιδέαν ταύτην, ανακοινωθείσαν από της 27ης Μαρτίου 1824, ησπάσθη μετά τινας δισταγμούς (40) η Ελληνική κυβέρνησις και η Ελληνική βουλή, αίτινες έβλεπον επικείμενον τον εξ Αιγύπτου κίνδυνον, χωρίς να δύνανται να λάβωσι τα κατάλληλα μέτρα, όπως αντιμετωπίσωσιν αυτόν. Όθεν το μεν Βουλευτικόν έσπευσεν από της 31ης Ιουλίου 1824 να ψηφίση την σύναψιν δανείου 15 εκατομμυρίων ταλλήρων, η δε κυβέρνησις, ή το Εκτελεστικόν, όπως εκαλείτο τότε, επεφόρτισε την 14ην Αυγούστου τους Ορλάνδον, Λουριώτην και Ζαΐμην να διαπραγματευθώσι το δάνειον τούτο όπου και όπως ήθελον δυνηθή ( 41).
Οι πληρεξούσιοι (ή μάλλον οι δυο πρώτοι εξ αυτών, διότι ο Ζαΐμης, ούτινος οι συγγενείς μετείχον του κατά της Κυβερνήσεως αγώνος, ταχέως ανεκλήθη (42)), ήρξαντο αμέσως διαπραγματεύσεων και εν Παρισίοις και εν Λονδίνω, τυχόντες προθύμου υποδοχής εν αμφοτέραις ταύταις ταις αγοραίς. Μετά μακράς δε συζητήσεις προετιμήθησαν αι προτάσεις των εν Λονδίνω τραπεζιτών, καθ' ότι ούτοι προσήνεγκον 50 εκατομμύρια, εν ώ η προσφορά των Γάλλων δεν υπερέβη ποτέ τα 10 εκατομμύρια σταθερά (fermes) και 10 εκατομμύρια προαιρετικά (facultatifs) (43). Δεν συνεδυάσθησαν δε αι δύο προσφοραί, διότι οι Άγγλοι τραπεζίται απέκλειον κατ' αρχήν παν άλλο δάνειον (44).
Το εν Λονδίνω δάνειον ανέλαβον οι αδελφοί Ρικάρδοι. Συνίστατο δε τούτο εξ ονοματικού κεφαλαίου 2 εκατομμυρίων Λ. Σ., διηρημένου εις 200,000 ομολογιών 100 Λ. εκάστης. Αι ομολογίαι αύται εξεδίδοντο προς 55 1/2 της ονοματικής αυτών αξίας, απέφερον δηλαδή 1,100,000 Λ. καθαρών. Αλλ' εκ του ποσού τούτου, κατά το συμβόλαιον το υπογραφέν την 7ην Φεβρουαρίου 1825, εκρατούντο υπό των εκδόντων τραπεζιτών.

Έμελλον συνεπώς να εκκαθαρισθώσι τελικώς μόνον 816,000 Λίραι. Ομολογητέον όμως εξ άλλου, ότι η εξασφάλισις εις τους δανειστάς τόκων δύο ετών, προστιθεμένη εις την εισέτι κρατούσαν μανίαν των κερδοσκοπιών και εις την σταθεράν στάσιν των ομολογιών του πρώτου δανείου (45), συνέτεινεν ουκ ολίγον όπως η έκδοσις στεφθή υπό πλήρους επιτυχίας, καλυφθέντος του νέου δανείου πλέον ή δις (46).
Δυστυχώς η λαμπρά αύτη επιτυχία έμελλε να καταλήξη εις αθλίαν καταστροφήν. Οι Έλληνες αντιπρόσωποι (47), δυνηθέντες άνευ του Greek Committee να συνάψωσι δάνειον, απέφυγον τον υπό τινας φορτικόν αλλ' υπό πλείστας επόψεις χρησιμώτατον αυτού έλεγχον. Εστερήθησαν δ' ούτω της συνδρομής ανδρών, οίτινες, αναλαβόντες την ηθικήν ευθύνην ενός δανείου, καθήκον αυτών ηγούντο να καταβάλωσι πάσαν φροντίδα, όπως το δάνειον τούτο δαπανηθή προς ον σκοπόν συνωμολογήθη. Προς τούτοις αποφυγόντες την κηδεμονίαν του φιλελληνικού κομιτάτου, ο Ορλάνδος και ο Λουριώτης δεν ηδυνήθησαν να κρατήσωσι τουλάχιστον την ανεξαρτησίαν αυτών. Ευρισκόμενοι εις τόπον, εν ώ ηγνόουν τα πάντα, ησθάνθησαν ταχέως την ανάγκην αρωγών. Πρόχειροι τοιούτοι ανεφάνησαν οι εκδόντες τα δάνεια Ρικάρδοι και οι φίλοι αυτών Ellice, Hobhouse και Burdett. Ταχέως δε οι αρωγοί ούτοι συνασπισθέντες και αποτελέσαντες, κατά τον χαρακτηρισμόν του Times, τετραρχίαν (48) μετεβλήθησαν εις πανισχύρους κηδεμόνας, οίτινες διεχειρίσθησαν τα δανεισθέντα κατά βούλησιν, λησμονούντες έστιν ότε να συμβουλεύονται καν τους αντιπροσώπους της Ελλάδος.
Ήρχισαν τότε αι αφειδείς παραγγελίαι εις ναυπηγούς, η πρόσληψις περιφήμων στρατηγών και ναυάρχων, η αθρόα εξαγορά εν τω Χρηματιστήριω των προ ολίγου εκδοθεισών Ελληνικών ομολογιών, χωρίς ουδεμία μέριμνα να λαμβανήται, όπως σταλώσιν εις την πνέουσαν τα λοίσθια Ελλάδα είτε χρήματα είτε τουλάχιστον τα παραγγελθέντα πλοία. Και είχε μεν ορισθή προθεσμία διά την κατασκευήν και τον απόπλουν των πλοίων τούτον, η έλλειψις όμως ποινικής ρήτρας καθίστα την ορισθείσαν προθεσμίαν όλως θεωρητικήν και η ανάθεσις της κατασκευής των πλοίων είτε εις ασυνειδήτους Αμερικανούς είτε εις άνδρα στενάς προς τον Μεχεμέτ – Αλήν έχοντα σχέσεις καθίστα και την θεωρητικήν ταύτην εγγύησιν εντελώς κωμικήν.
Δικαίως άρα η σπουδαιοτέρα των αγγλικών εφημερίδων, ο Χρόνος, εις ον κυρίως οφείλεται η αποκάλυψις των κατά την χρήσιν των δανείων διαπραχθέντων οργίων (49), ηδυνήθη να γράψη εν κυρίω άρθρω (50): Το Ελληνικόν δάνειον υπέστη την τύχην του ανδρός, όστις μεταβαίνων από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ έπεσεν εις χείρας ληστών, δεν εύρεν όμως τον καλόν Σαμαρείτην … Η Ελλάς απώλεσε πάντα τα πλεονεκτήματα, όσα εκ του δανείου προσεδόκα. Η ελληνική υπόθεσις προεδόθη, και προεδόθη εν Αγγλία, θα εθριάμβευε σήμερον άνευ της Αγγλίας και του αγγλικού Χρηματιστηρίου».
Θα είχομεν δικαίωμα να δειχθώμεν έτι αυστηρότεροι διά τας εν Αγγλία γενομένας καταχρήσεις (51), εάν η χρήσις των ολίγων εν Ελλάδι κομισθέντων χρημάτων δεν ήγεν ημάς εις το λυπηρόν συμπέρασμα, ότι και άνευ του αγγλικού χρηματιστηρίου ηδύνατο να προδοθή η ελληνική υπόθεσις. Ήρκουν προς τούτο άνδρες τινές, έτοιμοι να θυσιάσωσι διά την πατρίδα τα πάντα εκτός των προσωπικών αυτών παθών.
Πλην, δύναται τις να είπη, ανεξαρτήτως των εν Αγγλία κερδοσκόπων και των εν Ελλάδι ηγετών, υπήρχον εν Λονδίνω αντιπρόσωποι της Ελλάδος. Τις άρά γε υπήρξεν η στάσις τούτων; Την στάσιν και τας ευθύνας του Ορλάνδου και του Λουριώτη, στάσιν τοσάκις παρεξηγηθείσαν και ευθύνας τοσούτον εξογκωθείσας, ώστε να επιρριφθώσιν επί των δύο τούτων ανδρών αι μεγαλείτεραι εθνικαί καταστροφαί, περιγράφει και ορίζει ο Γερβίνος, όστις ελαχίστας πλην αρίστας σελίδας αφιέρωσεν εις τα δάνεια της επαναστάσεως (52): «Οι αντιπρόσωποι Ορλάνδος και Λουριώτης υπέβαλον παραστάσεις, αλλ' απεπέμφθησαν αγερώχως. Πολύ εστενοχωρημένοι ως προς την τηρητέαν στάσιν, στερούμενοι ωρισμένων οδηγιών, λαμβάνοντες πανταχόθεν αντιφατικάς συμβουλάς, μη συμφωνούντες προς αλλήλους, οτέ μεν φιλύποπτοι και επιφυλακτικοί προς τους φίλους, οτέ δε ασύνετοι και πλήρεις εμπιστοσύνης προς τους εχθρούς, αήθεις εις παγκόσμιον αγοράν ως την του Λονδίνου, αγνοούντες εντελώς τι ήσαν οι Άγγλοι κερδοσκόποι (stock – jobbers), δεν ηδυνήθησαν ν' αντιστώσιν εις τα τεχνάσματα των αναιδών εκείνων τραπεζιτών».
Αλλ' είναι νυν καιρός να έλθωμεν εις τα καθ' έκαστα της χρήσεως του β' δανείου.
Το δάνειον τούτο εκδοθέν, ως είπομεν, προς 55 1/2 % απέφερεν 1,100,000 Λ. Προς τούτοις οι πληρεξούσιοι έσχον εις την διάθεσίν των α') το υπόλοιπον του δανείου του 1824 ήτοι 18,100 Λ. (53) β') 2,200 Λ., προϊόν εράνου γενομένου εν Καλκούτη των Ινδιών υπό των εκεί Ελλήνων (54) γ') 10,500 Λ. τόκους εξαγορασθεισών ομολογιών του α' και του β' δανείου. (55)
Η Ελληνική κυβέρνησις διέθετε λοιπόν θεωρητικώς εν Λονδίνω 1,150,800 Λ. ή 28,770,000 φράγκων, ποσόν ανέλπιστον διά κράτος μη ανεγνωρισμένον και τρέχον καθημερινώς τον κίνδυνον να εξαφανισθή.
Η χρήσις του ποσού τούτου δύναται να διαιρεθή εις τρεις παραγράφους:
α') Εις ποσά αφιερωθέντα εν τω χρηματιστηρίω του Λονδίνου προς έκδοσιν, υπηρεσίαν και απόσβεσιν των δανείων. – Τα ποσά ταύτα ανέρχονται εις 496,220 Λ. ήτοι σχεδόν εις το ήμισυ του όλου διαθεσίμου ποσού.
β') Εις ποσά αφιερωθέντα εν τε τη Αγγλία και ταις Ηνωμέναις Πολιτείαις προς στρατιωτικάς και ναυτικάς προπαρασκευάς. – Εκ των χρημάτων τούτων 392,600 Λ. ουδεμίαν σχεδόν ωφέλειαν ηρύσθη η Ελλάς.
γ') Εις χρήματα περιελθόντα εις τας χείρας της Ελληνικής κυβερνήσεως ή χρησιμεύσαντα εις πληρωμήν συναλλαγμάτων αυτής, το όλον 232,558 Λ.
Τα τρία ταύτα κεφάλαια συμποσούνται εις 1,121,778 Λ. Αι υπόλοιποι 28,880 εχρησίμευσαν εις κάλυψιν των εξόδων των πληρεξουσίων και άλλων τινών δαπανών.
Εξετάσωμεν τα τρία ταύτα κεφάλαια διαδοχικώς.
Χρήσις β' δανείουΠαρ. Α'. Ποσά διατεθέντα εν τω χρηματιστηρίω του Λονδίνου.
Υπό τον τίτλον τούτον συμπεριλαμβάνονται:
α') Οι κρατηθέντες τόκοι δύο ετών και το χρεωλύσιον ενός έτους, ήτοι 220,000, καθώς και η προμήθεια των εκδοτών Ρικάρδων, η ανερχομένη, ως γνωρίζομεν, εις 64,000 (3 % επί του ονοματικού κεφαλαίου 2 % επί των πληρωμένων τόκων).
β') 212,20 Λ. αφιερωθείσαι εις εξαγοράν ομολογιών.
Και καθ' όσον μεν αφορά εις τα πρώτα ποσά, δεν δύναμαι να προβάλω πολλάς αντιρήσεις. Ανάλογοι τόκοι ετέθησαν κατά μέρος κατά την έκδοσιν του α' δανείου. Επίσης η προμήθεια των Ρικάρδων, ήτις τοσαύτας εξήγειρε διαμαρτυρίας (56), δεν πρέπει να θεωρηθή ως υπερβολική· ίσως μόνον έδει να περιοριστή εις δύο τοις εκατόν. Όταν όμως έρχηταί τις εις το ζήτημα της εξαγοράς των ομολογιών, πάσα δικαιολογία παύει ούσα βάσιμος.
Πράγματι, η εξαγορά εγένετο το μεν δυνάμει της συμβάσεως, το δε δι' απλής πρωτοβουλίας της τετραρχίας.
Και δυνάμει του συμβολαίου του β' δανείου, η Ελλάς ώφειλε να εξαγοράση 250,000 λιρών ομολογίας του α' δανείου, και τούτο ίνα υπερτιμηθώσι τα Ελληνικά χρεώγραφα και εδραιωθή η πίστις του Ελληνικού κράτους. – Εις την τρέχουσαν τιμήν της αγοράς εξηγοράσθησαν ομολογίαι ονοματικής αξίας 250,000 Λ. αντί 113,200 Λ.
Νυν είνε προφανές ότι τοιαύτη επιχείρησις ήτο θεωρητικώς μόνον ορθή. Πρώτον, διότι, ότε εγένετο η σύμβασις, αι ομολογίαι του α' δανείου ετιμώντο προς 60 % (57) της ονοματικής αυτών αξίας, και ήτο συνεπώς αυτόχρημα μωρία να εκδίδη τις ομολογίας προς 55 1/2, διά να αγοράζη τοιαύτας προς 60. Δεύτερον, διότι ο όρος ούτος ήτο εντελώς περιττός διά να επιτύχη το β' δάνειον, άτε αρκούντων των άλλων δελεασμάτων. Τρίτον, όπερ και κύριον, διότι η Ελλάς είχε χρείαν αμέσου επικουρίας, και ηδύνατο να αναβάλη μέχρι της απελευθερώσεως την μέριμναν περί αποσβέσεως του δημοσίου αυτής χρέους. Ανάγκη λοιπόν να παραδεχθώμεν, ότι η εξαγορά τοσούτων ομολογιών ωρίσθη εν τη συμβάσει μόνον και μόνον διότι εδίδετο ούτω πως εις τους εντεταλμένους την εξαγοράν Ρικάρδους αφορμή νέων μεσιτειών.
Το σκάνδαλον επηυξήθη έτι μάλλον ότε, ανεξαρτήτως του συμβολαίου, η τετραμελής επιτροπή, η αποσπάσασα από των χαλαρών χειρών των Ελλήνων αντιπροσώπων την διαχείρισιν του δανείου, απεφάσισε να προβή εις νέας εξαγοράς, αφιέρωσε δε εις τον σκοπόν τούτον 99,020 λιρών (58).
Η δοθείσα δικαιολογία ήτο ότι επεδιώκετο τοιουτοτρόπως η αναχαίτισις της εκπτώσεως των ελληνικών αξιών. Δοθέντος όμως ότι η έκπτωσις αύτη ωφείλετο ουχί εις την πληθώραν των Ελληνικών χρεογράφων, αλλ' εις την επαπειλούσαν την Ελλάδα καταστροφήν, ήτο πράγματι παράλογον να θέλη τις ν' αναχαιτίση την κατάπτωσιν ταύτην αποστερών την Ελλάδα των μόνων μέσων, δι' ων η καταστροφή αυτής ηδύνατο ν' αποτραπή.
Η αλήθεια δε είνε ότι η περί ης ο λόγος εξήγησις ουχί μόνον βάσιμος δεν ήτο, αλλ' ούτε καν εδίδετο καλή τη πίστει. Επεδιώκοντο πάντοτε αι μεσιτείαι, ιδίως δε η ανύψωσις της αξίας των μετοχών, αίτινες ήσαν εις χείρας των κ. κ. Ρικάρδων και των φίλων αυτών. Ούτοι, ζημιούμενοι διά της εκπτώσεως των ομολογιών, ουχί μόνον ηξίουν ν' αναβιβασθή τεχνητώς η τιμή αυτών (59), αλλά, και ότε τούτο απεδείχθη ανεπαρκές, επέτυχον την εξαγοράν αυτών εις τιμήν πλέον ή τριπλασίαν της τρεχούσης (60).
Παρ. Β'. Χρήματα δαπανηθέντα εις στρατιωτικάς και ναυτικάς παρασκευάς.
Η β' αύτη παράγραφος απορροφήσασα 392,000 Λ. δύναται να υποδιαιρεθή εις τρία τμήματα:

Εξετάσωμεν τα τρία ταύτα ζητήματα, ολίγα μέν τινα λέγοντες περί του πρώτου, διεξοδικώτερον δε πραγματευόμενοι περί των ετέρων δύο.
I. Προμήθεια όπλων, καννονίων και πολεμεφοδίων.
Το τμήμα τούτο διαιρείται εις δύο κύρια κονδύλια: την προμήθειαν των όπλων και των πολεμεφοδίων, ήτοι 57,000 Λ. και την αγοράν καννονίων, άτινα εστοίχισαν 20,000 λιρών.
Η προμήθεια των όπλων εγένετο εν Αγγλία και δεν παρουσιάζει διά το περιωρισμένον θέμα ημών ιδιάζον ενδιαφέρον (61).
Η αγορά των καννονίων εγένετο κατά διαταγήν της κυβερνήσεως, ήτις ήθελεν αφ' ενός μεν ν' ανακαινίση τον οπλισμόν των φρουρίων, αφ' ετέρου δε να οπλίση τον υπάρχοντα στόλον. Προς τούτο επεζητείτο η ανταλλαγή των ορειχαλκίνων καννονίων των ελληνικών φρουρίων, ιδίως των του Ναυπλίου, προς σιδηρά τοιαύτα (62) εξ άλλου διά τον οπλισμόν του στόλου διετάσσετο η αγορά ογδοήκοντα ζευγαρίων καννονίων σιδηρών.
Η επιτροπή, κατόπιν διαφόρων επεισοδίων, άτινα παραλείπομεν (63), δεν ηδυνήθη να εκτελέση ειμή την δευτέραν των διαταγών τούτων. Πλην και αυτά τα αγορασθέντα καννόνια δεν έφθασαν πάντα εις Ελλάδα.
ΙΙ. Κατασκευή ατμοπλοίων εν Αγγλία. Εμφάνισις του Cochrane.
Άμα σχεδόν τη ενάρξει του αγώνος, η ανάγκη ολίγων πολεμικών ατμοπλοίων εγένετο καταφανής. Πάντες έβλεπον ότι, καίτοι η Ελλάς δεν ήτο εις θέσιν διά πολλούς λόγους, ιδίως χρηματικούς, ν' αντιπαρατάξη επί μακρόν στόλον ίσον προς τον του Σουλτάνου, ηδύνατο εν τούτοις ν' αναδειχθή νικηφόρος, εάν το ποιόν ανεπλήρου τον αριθμόν. Ατμόπλοια, φέροντα λ. χ. καννόνια 64 λιτρών, ήσαν ικανά να επενέγκωσι την επιδιωκομένην ισορροπίαν, προσβάλλοντα εν καιρώ γαλήνης τον ακίνητον Οθωμανικόν στόλον, διακόπτοντα τας συγκοινωνίας και βοηθούντα παντοιοτρόπως τα πυρπολικά.
Τας εξ ατμήρους στόλου προκυπτούσας ωφελείας εξέθηκεν από του 1823 διά μακρού υπομνήματος, υποβληθέντος εις τον Βύρωνα, ο Frank Abney Hastings (64). Το μόνον δε κώλυμα εις την εκτέλεσιν του εν λόγω σχεδίου ήτο η έλλειψις επαρκών χρημάτων. Επομένως, ευθύς ως διά της συνάψεως των δανείων το κώλυμα τούτο ήρθη, η τε Ελληνική κυβέρνησις και η εν Λονδίνω επιτροπή σοβαρώς επελήφθησαν της συγκροτήσεως εν Αγγλία ατμοκινήτου στολίσκου.
Δυστυχώς και εν τη περιστάσει ταύτη, μάλλον ή εν άλλη, ανεφάνη η αθλία επιρροή της τετραρχίας, η δε επιχείρησις, εφ' ης εβασίσθησαν τόσαι χρυσαί ελπίδες, κατέληξεν εις αηδή καταστροφήν.
Μόλις πράγματι απεφασίσθη η συγκρότησις του νέου στόλου, και πριν έτι περατωθώσιν αι διαπραγματεύσεις της συνάψεως του β' δανείου, ο γνωστός φιλέλλην και μέλος της τετραρχίας κ. Ellice προέτεινε να τω ανατεθή, αντί 10,000 Λ., η φροντίς της κατασκευής και οπλισμού μιας κορβέττας 400 τόννων, ήτις έμελλε να φέρη το όνομα Καρτερία και να υπαχθή εις τας διαταγάς του Hastings. Των προτάσεων αυτού γενομένων δεκτών, άμα τη εκδόσει του δανείου (65), ο κ. Ellice ανέθηκε την κατασκευήν της Καρτερίας εις τον ναυπηγόν Galloway, όστις ανέλαβε την υποχρέωσιν να παρασκευάση το πλοίον μεθ' όλων των αναγκαίων διά πλουν εντός του Αυγούστου 1825. Αλλ' ο κ. Ellice δεν είχε φροντίση να ορίση εν τω συμβολαίω ποινικήν ρήτραν, ο ναυπηγός έφερε μυρίας αναβολάς (66) και η Καρτερία μετά πολλάς περιπετείας (67) έφθασεν εν Ελλάδι μόνον κατά Σεπτέμβριον του 1826. Αλλά και τότε, ως εκ της αθλίας αυτής καταστάσεως, δεν προσήνεγκε, καίτοι ο ηρωισμός του κυβερνήτου υπήρξε μέγας, ειμή ελαχίστας υπηρεσίας.
Αλλά τα της Καρτερίας είναι μικρά παραβαλλόμενα προς τα κατόπιν συμβάντα.
Ολίγον μετά την έκδοσιν του δανείου η τετραρχία, χωρίς καν να συμβουλευθή τους Έλληνας επιτρόπους (68), παρήγγειλεν εις τον αυτόν κ. Galloway πέντε ατμοκίνητα, παραδοτέα εντός τεσσάρων ή πέντε μηνών, αντί 110,000 Λ.
Ήτο βεβαίως πολύ φρονιμώτερον ν' αγορασθώσι πλοία έτοιμα και ευθηνότερον (69), τοσούτω μάλλον καθ' όσον η αποστολή του στολίσκου ήτο τα μάλιστα κατεπείγουσα (70) και ουδεμία βεβαιότης υπήρχεν ότι τα πλοία θα ώσι κατεσκευασμένα εντός του ωρισμένου χρόνου. Πράγματι, πλην του ότι και πάλιν παρημελήθη η καταχώρισις εν τω συμβολαίω ποινικής ρήτρας, ο Galloway ήτο άξιος πολύ μικράς εμπιστοσύνης, καθ' ό έχων υιόν εν τη υπηρεσία του Μεχμέτ – Αλή, εν τη υπηρεσία δηλαδή εκείνου, εναντίον του οποίου ακριβώς εγίνοντο αι προπαρασκευαί (71).
Οπωσδήποτε η κατασκευή πέντε ατμοπλοίων απεφασίσθη. Ολίγω βραδύτερον αφίκετο εν Αγγλία ο Κόχραν, άρτι θαυματουργήσας εν Νοτίω Αμερική και εγκαταλείψας κατόπιν διαφωνίας την υπηρεσίαν της Βρασιλιανής κυβερνήσεως. Η τετραρχία εσκέφθη να προσλάβη αυτόν ως διοικητήν του ατμοκινήτου στόλου, και κατόπιν πολλών υποσχέσεων (72) έπεισε την ελληνικήν επιτροπήν, ην την φοράν ταύτην συνεβουλεύθη, να υπογράψη μετά του Κόχραν συμβόλαιον, δι' ου ούτος εχειροτονείτο Ναύαρχος όλου του Επικουρικού στόλου μετ' ευρείας δικαιοδοσίας (73) και αμοιβής χρηματικής Λ. 37,000 (74).
Ατυχώς η εκλογή του Κόχραν, ήτις εχαιρετίσθη απανταχού ως απαρχή βεβαίου θριάμβου, συνέτεινεν εις το να καταστώσιν άχρηστοι και αι εις τα πέντε ατμοκίνητα αφιερωθείσαι 113,000 Λ., αίτινες προστιθέμεναι εις τας 37,000, ας έλαβεν ο Κόχραν, ανήγαγον τα διά ναυτικάς προπαρασκευας εν Αγγλία ματαίως δαπανηθέντα χρήματα εις σύνολον 150,000 Λ. (75)
Ιδού δε πώς: Ο Κόχραν άριστος ναυτικός είχε το αμάρτημα να θεωρή εαυτόν μέγαν εφευρέτην. Κατώρθωσε δε να πείση τους κ. κ. Hobhouse, Ricardo, Burdett και Ellice να εφαρμοσθή εις τα νέα πλοία νέον τι σύστημα μηχανών υπ' αυτού εφευρεθέν. Τοιαύτη πρότασις ήτο τοσούτω μάλλον απαράδεκτος, καθ' όσον η εφαρμογή των νέων μηχανών προϋπέθετε και μεγάλας τροποποιήσεις εις τα ήδη ημιτελή σκάφη. Εν τούτοις ο ατμήρης στολίσκος, η τελευταία ελπίς της Ελλάδος, εφάνη εις τους εν Λονδίνω τραπεζίτας ουχί απρόσφορον έδαφος διά πρωτοφανή πειράματα, και οι ναυπηγοί έλαβον διαταγάς να εκτελέσωσι πλοία και μηχανάς κατά τα σχέδια του Κόχραν.
Ποίον υπήρξε το αποτέλεσμα των πειραμάτων τούτων είναι γνωστόν εις τους οπωσδήποτε μελετήσαντας την ελληνικήν επανάστασιν (76).
Είχε παραγγελθή η κατασκευή πέντε ατμοκίνητων, δύο μεγάλων και τριών μικρών (77). Εκ των πρώτων το έν, η Επιχείρησις, κατώρθωσε ν' αποπλεύση εκ Λονδίνου, αλλά μόλις εξήλθε του Ταμέσεως δεν ηδυνήθη ως εκ της εσφαλμένης κατασκευής να θαλασσοπορήση και ολίγου δειν εβυθίζετο. Διασωθέν ως εκ θαύματος, υπό του παρατυχόντος Αγγλικού πολεμικού Colombine, ερρυμουλκήθη εις Plymouth, όπου έμεινε σχεδόν δύο μήνας εις χείρας των ναυπηγών. Αφ' ου προσετέθησαν εις τα πλάγια μέρη του πλοίου παχύταται παγίδες και ηλλάγη το πηδάλιον, ηδυνήθη τέλος να πλεύση. Αφικόμενον δε εις Ελλάδα κατά Σεπτέμβριον του 1828 έμεινεν άχρηστον. Το δεύτερον των μεγάλων πλοίων, ο Ακαταμάχητος, εκάη επί του Ταμέσεως κατά τας δοκιμάς.
Εκ δε των τριών μικρών έν μόνον, αλλαγείσης της μηχανής, έφθασε τέλος εις Ελλάδα κατόπιν εορτής (78). Τα δύο άλλα μη δυνάμενα να πλεύσωσιν εσάπησαν εις τα πρόθυρα του Λονδίνου.
Ταύτα εν ολίγοις τα κατά τα εν Αγγλία ναυπηγηθέντα πλοία. Δεν είνε υπερβολή να είπη τις ότι, εάν αι εις κατασκευήν ατμοκινήτων αφιερωθείσαι 160,000 Λ. (4,000,000 φρ.) εχρησιμοποιούντο λυσιτελώς, άλλη ίσως θα ήτο η τύχη του αγώνος κατά το 1826. Έτι δ' ευμενεστέρα θα ήτο η τύχη των όπλων, εάν εις τα εν Αγγλία σκάνδαλα δεν προσετίθεντο και τα εν Αμερική συμβάντα, περί ων είναι νυν καιρός να ομιλήσωμεν.
III. Ναυπήγησις Φρεγατών εν Αμερική. – Αποστολή Κοντοσταύλου (79).
Η Ελληνική κυβέρνησις διά διατάγματος της 12/24 Αυγούστου 1824 είχεν επιφορτίση τους εν Λονδίνω αντιπροσώπους αυτής να προμηθευθώσιν ως τάχιστα 8 φρεγάτας 18 καννονίων εκάστην. Οι αντιπρόσωποι έκριναν δικαίως ότι αι φρεγάται αύται ηδύναντο εξαιρέτως να ευρεθώσιν εν ταις Ηνωμέναις Πολιτείαις, και απετάθησαν διά πληροφορίας προς τον κ. Βαγιάρδ, πρόεδρον του φιλελληνικού κομιτάτου και διευθυντήν του γνωστοτάτου ναυπηγικού καταστήματος Leroy, Bayard και Σα. Ο κ. Βαγιάρδ απήντησεν ότι φρεγάτα 50 καννονίων και 1500 τόννων, οίαι ήσαν αι των Ηνωμένων Πολιτειών, θα εστοίχιζεν ακριβώς 247,500 δολλ. (1,237,500 φρ.) (80) και ότι ήτο έτοιμος να εκτελέση τάχιστα τοιαύτην παραγγελίαν.